- within Litigation and Mediation & Arbitration topic(s)
- within Intellectual Property, Antitrust/Competition Law and Real Estate and Construction topic(s)
On the 2nd September 2025, the Supreme Constitutional Court, in its capacity as the Appellate Judicial Council, issued a groundbreaking judgement concerning an objection by a judge against the decision of the Supreme Court, in its capacity as the First Instance Judicial Council, regarding her transfer from the Nicosia District Court to the Larnaca District Court. This decision is of particular significance, as it sets a precedence for similar cases, defining the standard and extent of the necessary reasoning required in decisions of the Supreme Judicial Council regarding judicial relocation, as well as the criteria considered in this context. Beyond being a significant milestone for the Cypriot legal system due to the creation of judicial precedent on the critical issue of judicial functioning, this decision holds even greater importance for our office, as we were actively involved in the proceedings, representing the Interested Party. The Interested Party in the proceedings was another judge, who, as a result of the transfer of the judge who filed the objection against the Judicial Council's decision to transfer her, would have been transferred to the latter's position—i.e., from the Larnaca district to the Nicosia district.
The main grounds on which the objection was based focused, firstly on the alleged lack of reasoning in the decision of the First Instance Judicial Council regarding the transfer; whilst also on the established practice whereby the most senior judge remains assigned to the district with the greatest judicial needs. The objection, therefore, raised issues relating to judicial seniority, as well as the necessity for clear reasoning in the decisions of the Judicial Council.
By rejecting the objection and upholding the decision of the First Instance Judicial Council, the Appellate Judicial Council established key guiding principles and legal criteria which will serve as reference points for future objections of a similar nature.
In its decision, the Appellate Judicial Council emphasised the Court's ex-officio obligation to examine the objection in light of European case law. Additionally, it highlighted the need to draw guidance from the relevant guiding principles and practices developed within the framework of the Council of Europe, thereby ensuring compliance with European standards of justice and promoting cross-border harmonization of legal practices. Furthermore, turning its focus to Cyprus, the Appellate Judicial Council pointed out that judicial transfers are conducted by a purely judicial and independent body, which guarantees objectivity and impartiality in the process. At the same time, it stressed that every objecting party is further granted the right to challenge the decision of the First Instance Judicial Council before the Appellate Judicial Council, which, as the highest judicial authority, has the competence and authority to conduct a full and impartial review of the legality of such decisions.
Furthermore, the pressing need for the proper and effective administration of justice within the Cypriot society was emphasised, taking into account the small size of the country and its specific needs. In this context, the existence of a judicial transfer system is considered essential to ensure the smooth functioning of courts throughout the country.
A definite factor in the decision of the Appellate Judicial Council was also the fact that, by accepting their appointment, a judge automatically accepts the condition of potential transfer to another district, depending on the needs of the judicial service.
In conclusion, according to the Appellate Judicial Council, the long-term stay of a judge in a single district, as in the present case, is undesirable and constitutes adequate and appropriate justification for their transfer; this is for self-evident reasons, related, but not limited to the need to safeguard objective impartiality. Furthermore, a judge's seniority cannot serve as an obstacle to their transfer, as such a stance would create the impression of unequal treatment.
Απόφαση Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου στα πλαίσια της ένστασης με αρ. 1/2025, ημερομηνίας 02/09/2025
Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, υπό την ιδιότητά του ως Δευτεροβάθμιο Δικαστικό Συμβούλιο, εξέδωσε στις 2 Σεπτεμβρίου 2025 την πρώτη στο είδος της απόφαση που αφορά ένσταση δικαστή κατά απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, υπό την ιδιότητα του ως Πρωτοβάθμιο Δικαστικό Συμβούλιο για μετάθεση του από την επαρχία Λευκωσίας στην επαρχία Λάρνακας. Η εν λόγω απόφαση αποκτά ιδιαίτερη σημασία, καθώς αποτελεί νομολογιακό προηγούμενο για παρόμοιες υποθέσεις, καθορίζοντας το μέτρο και την έκταση της αναγκαίας αιτιολογίας στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου αναφορικά με μεταθέσεις δικαστών και τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη στη μετακίνηση των δικαστών. Η παρούσα απόφαση, πέραν του ότι αποτελεί σημαντικό ορόσημο για την Κυπριακή έννομη τάξη λόγω της δημιουργίας δικαστικού προηγούμενου σε ένα κρίσιμο ζήτημα δικαστικής λειτουργίας, αποκτά ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα για το γραφείο μας, καθώς είχαμε ενεργή εμπλοκή στη διαδικασία, εκπροσωπώντας το Ενδιαφερόμενο Μέρος. Το Ενδιαφερόμενο Μέρος στη διαδικασία ήταν άλλη δικαστής, που ως επακόλουθο της μετάθεσης της δικαστή που καταχώρισε ένσταση κατά της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου για την μετάθεση της, εμετατίθετο στη θέση της πρώτης, ήτοι από την επαρχία Λάρνακας στην επαρχία Λευκωσίας.
Οι κύριοι λόγοι στους οποίους εδράζετο η ένσταση επικεντρώνονταν, αφενός, στο κατ' ισχυρισμόν αναιτιολόγητο της απόφασης του Πρωτοβάθμιου Δικαστικού Συμβουλίου όσον αφορά στη μετάθεση, και, αφετέρου, στην πρακτική, σύμφωνα με την οποία ο αρχαιότερος δικαστής παραμένει τοποθετημένος στην επαρχία με τις μεγαλύτερες δικαστικές ανάγκες. Η ένσταση, επομένως, ήγειρε ζητήματα που άπτονται της αρχαιότητας των δικαστών, αλλά και της ανάγκης για σαφή αιτιολόγηση των αποφάσεων του Δικαστικού Συμβουλίου.
Το Δευτεροβάθμιο Δικαστικό Συμβούλιο, απορρίπτοντας την ένσταση και επικυρώνοντας την απόφαση του Πρωτόδικου Δικαστικού Συμβουλίου, καθόρισε κρίσιμες κατευθυντήριες αρχές και νομικά κριτήρια, τα οποία θα αποτελέσουν σημείο αναφοράς για μελλοντικές ενστάσεις ίδιας φύσης.
Το Δευτεροβάθμιο Δικαστικό Συμβούλιο, στην απόφασή του, τόνισε την αυτεπάγγελτη υποχρέωση του Δικαστηρίου να εξετάσει την ένσταση αυτή υπό το πρίσμα της ευρωπαϊκής νομολογίας. Επιπλέον, υπογράμμισε την ανάγκη να αντληθεί καθοδήγηση από τις σχετικές κατευθυντήριες αρχές και πρακτικές που έχουν αναπτυχθεί στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, διασφαλίζοντας έτσι τη συμμόρφωση με τα ευρωπαϊκά πρότυπα δικαιοσύνης και την ενίσχυση της διασυνοριακής εναρμόνισης των νομικών πρακτικών. Περαιτέρω, το Δευτεροβάθμιο Δικαστικό Συμβούλιο, στρέφοντας την προσοχή του στην Κύπρο, επισήμανε ότι οι μεταθέσεις των δικαστών διενεργούνται από ένα αμιγώς δικαστικό και ανεξάρτητο όργανο, το οποίο διασφαλίζει την αντικειμενικότητα και αμεροληψία στη διαδικασία. Παράλληλα, υπογράμμισε ότι σε κάθε ενιστάμενο παρέχεται, περαιτέρω, το δικαίωμα προσβολής της απόφασης του Πρωτοβάθμιου Δικαστικού Συμβουλίου ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Δικαστικού Συμβουλίου, το οποίο, ως ανώτατη δικαστική αρχή, έχει την αρμοδιότητα και τη βαρύτητα να ασκεί πλήρη και αμερόληπτο έλεγχο νομιμότητας επί των αποφάσεων αυτού.
Επιπλέον, τονίστηκε η επιτακτική ανάγκη για ορθή και αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης εντός της κυπριακής κοινωνίας, λαμβάνοντας υπόψη το μικρό μέγεθος και τις ιδιαίτερες ανάγκες της. Στο πλαίσιο αυτό, η ύπαρξη ενός συστήματος μεταθέσεων θεωρείται αναγκαία για τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των δικαστηρίων σε όλη τη χώρα.
Καθοριστικό ρόλο στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Δικαστικού Συμβουλίου διαδραμάτισε επίσης το γεγονός ότι, με την αποδοχή του διορισμού του, ένας δικαστής αποδέχεται αυτομάτως και τον όρο της πιθανής μετάθεσης του σε άλλη επαρχία, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες.
Καταλήγοντας, κατά το Δευτεροβάθμιο Δικαστικό Συμβούλιο, η παραμονή ενός δικαστή σε μια επαρχία για σειρά ετών, όπως εν προκειμένω, είναι ανεπιθύμητη και αποτελεί δέουσα και επαρκή αιτιολογία για μετάθεση του για αυτονόητους λόγους, συναρτώμενους με την ανάγκη για διαφύλαξη της αντικειμενικής αμεροληψίας, ενώ η αρχαιότητα του δικαστή δεν μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο για μετάθεση του, καθότι κάτι τέτοιο θα προκαλούσε την εντύπωση άνισης μεταχείρισης.
The content of this article is intended to provide a general guide to the subject matter. Specialist advice should be sought about your specific circumstances.